Τίτλος: Τα ψηλά βουνά
Συγγραφέας: Ζαχαρίας Παπαντωνίου
Εκδόσεις: Εστία
Έτος: 2014
– «Είναι γαλαζοπράσινο», είπε ο Φάνης. «Τι ωραίο χρώμα!»
– «Αυτό το χρώμα», είπε ο κυρ-Στέφανος, «ειν’ από την ορμή που έχει το νερό. Εδώ απάνω η Ρούμελη είναι ανήσυχη. Πηδούν τα νερά της σαν τρελά παιδιά· μόνο στον κάμπο φρονιμεύουν. Και όσο πάνε κατά τη θάλασσα, γίνονται ήσυχα και συλλογισμένα».
* * *
Τα πληγωμένα πεύκα θα πεθάνουν σε λίγον καιρό. Θα πέσουν από τον πρώτο δυνατό αέρα ή θα ξεραθούν γιατί δε θα έχουν πια χυμό. Το τέλος τους το έχουν νιώσει και όμως τραγουδούν· σαλεύουν και φυσούν όπως τ’ άλλα, τα γερά πεύκα. Με το κομμάτι κορμό που τους έμεινε πίνουν από τη γη όσο χυμό μπορούν ακόμη· πρασινίζουν, έχουν ίσκιο. Έτσι σακατεμένα μπορούν και δροσίζουν τους ανθρώπους. Το φυσικό τους είναι να κάνουν το καλό, δεν αλλάζει. Δέντρα, περήφανα δέντρα!
* * *
«(…) Και όμως αυτό είναι το δάσος. Κάνει καλό στον άνθρωπο με χίλιους τρόπους, σε αμέτρητο καιρό. Δεν κουράζεται ποτέ· ζει και μας χρησιμεύει, πεθαίνει και μας χρησιμεύει. Για να μας δώσει όμως το δέντρο όσα μας χαρίζει, πρέπει να ζει με χιλιάδες άλλα δέντρα. Γιατί, όπως οι άνθρωποι, έτσι και τα δέντρα ζούνε πολλά μαζί στους τόπους που θέλουν αυτά και βοηθούν το ένα το άλλο. Ενωμένα πολεμούν το βαρύ χειμώνα και το καυτερό καλοκαίρι. Ενωμένα μεγαλώνουν, κάνουν μεγάλους κορμούς και πετούν δυνατά κλαριά. Έτσι γίνεται στα ύψη των βουνών μια μεγάλη πολιτεία, που τη λέμε δάσος. Αυτή εδώ!»