Δόθηκε χθες στη δημοσιότητα η έκθεση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος για την Κατάσταση της Φύσης στην Ευρωπαϊκή Ένωση, στη σύνταξη της οποίας συμμετείχαν και επιστήμονες από τη BirdLife International. Πρόκειται για μια σημαντική μελέτη, μαζί με τη σειρά δεδομένων που την τεκμηριώνουν, καθώς θα αποτελέσει σημαντικό εργαλείο για τις πολιτικές αποφάσεις σχετικά με το περιβάλλον και τη βιοποικιλότητα για τα επόμενα δέκα χρόνια.
Η έκθεση συλλέγει τα στοιχεία που συγκεντρώνονται από τα κράτη μέλη στο πλαίσιο των Οδηγιών για τα Πουλιά και τους Οικοτόπους και, μέσα από την ανάλυση των δεδομένων, περιγράφει την κατάσταση της φύσης στην Ε.Ε. μεταξύ 2013 και 2018. Έτσι, συμπεριλαμβάνεται το πληθυσμιακό καθεστώς των πουλιών, όπως και η κατάσταση διατήρησης των οικοτόπων και των υπόλοιπων ειδών στην Ε.Ε., μαζί με τις πιέσεις και τις απειλές που αντιμετωπίζουν. Παράλληλα, υπογραμμίζονται οι επιτυχίες και οι αδυναμίες των μέτρων που λαμβάνονται για την προστασία της φύσης, μαζί με την άμεση ανάγκη για αποκατάσταση προκειμένου να βελτιωθεί η κατάσταση συγκεκριμένων ειδών και οικοτόπων. Τέλος, στην έκθεση περιγράφεται η συμβολή του Δικτύου Natura 2000 στις προσπάθειες διατήρησης, ενώ γίνεται αξιολόγηση της προόδου της Ε.Ε. σε σχέση με τους στόχους που είχαν τεθεί από τη Στρατηγική Βιοποικιλότητας για το 2020.
Αποθαρρυντική εικόνα
Όσον αφορά τα πουλιά, 4 στα 10 είδη στην Ευρώπη βρίσκονται σε ανεπαρκή ή κακή κατάσταση διατήρησης, με το ένα τρίτο του συνόλου των ειδών πουλιών να αντιμετωπίζει διαρκή μείωση τα τελευταία 12 χρόνια.
Στην κορυφή των αιτίων που προκαλούν την απειλή αυτή για τη βιοποικιλότητα βρίσκονται η μη βιώσιμη, εντατική γεωργία και δασοκομία, η αστική εξάπλωση και η ρύπανση –με την επίπτωσή τους να μεγεθύνεται όταν αυτές συνδυάζονται. Ειδικά για τα πουλιά, η μη βιώσιμη γεωργία αποτελεί τον κυριότερο παράγοντα, που ακολουθείται από την επέκταση των πόλεων και στη συνέχεια από τη μη βιώσιμη δασοκομία.
Επιπλέον, διαπιστώθηκε ότι η περιβαλλοντική νομοθεσία και πολιτική, όπως οι ενωσιακές Οδηγίες για την προστασία της φύσης, δεν εφαρμόζονται σωστά σε ορισμένα κράτη μέλη, κάτι που σημαίνει ότι δεν γίνονται αρκετά προκειμένου να διασφαλιστεί η προστασία και η διατήρηση ειδών και οικοτόπων.
Αφορμές για ανησυχία, αφορμές για αισιοδοξία
Όσον αφορά τα πουλιά, κατ’ αρχήν η κατάσταση είναι πιο θετική σε σχέση με άλλες κατηγορίες ειδών ή με τους οικοτόπους. Περίπου τα μισά είδη πουλιών της Ε.Ε. (47%) βρίσκονται σε καλή κατάσταση διατήρησης, το ποσοστό αυτό ωστόσο είναι κατά 5% μικρότερο από εκείνο της προηγούμενης περιόδου αναφοράς (2008-2012). Κατ’ αναλογία, το ποσοστό των πουλιών με ανεπαρκή ή κακή κατάσταση διατήρησης αυξήθηκε κατά 7% κατά την τελευταία εξαετία και ανήλθε συνολικά στο 39%.
Δεν είναι όμως όλα τα ευρήματα δυσάρεστα. Πολλές προσπάθειες διατήρησης ευοδώθηκαν και αρκετά είδη που βρίσκονταν στο χείλος της εξαφάνισης ανέκαμψαν, χάρη στα Προγράμματα LIFE, τα διεθνή Σχέδια Δράσης για τα Είδη, τα διεθνή Μνημόνια Συμφωνίας στο πλαίσιο της Σύμβασης της Βόννης για τη Διατήρηση των Μεταναστευτικών Ειδών και την προστασία στο πλαίσιο του Δικτύου Natura 2000.
Ενδεικτικά, ο Ψαλιδιάρης (Milvus milvus) έχει κάνει μια θεαματική πληθυσμιακή ανάκαμψη ύστερα από τη δραματική μείωση του παρελθόντος εξαιτίας της λαθροθηρίας, των φυτοφαρμάκων και των αλλαγών στις γεωργικές πρακτικές. Επίσης, ο πληθυσμός του Γυπαετού (Gypaetus barbatus) στην Ε.Ε., αν και εξακολουθεί να είναι μικρός, χάρη στη συμπληρωματική σίτιση, την αναπαραγωγή στην αιχμαλωσία και την επαναεισαγωγή στη φύση, παρουσιάζει ανοδική τάση.
Τα παραδείγματα αυτά όμως δείχνουν και τις εξαιρετικά μεγάλες απαιτήσεις σε ανθρώπινους και υλικούς πόρους που πρέπει να επενδύονται όταν χρειάζεται η βελτίωση της κατάστασης κάποιου είδους. Η αποκατάσταση της φύσης είναι πάντοτε πιο ακριβή από ό,τι η διατήρησή της σε καλή κατάσταση, κάτι που θα πρέπει να λαμβάνεται σοβαρά υπ’ όψη στον υπολογισμό των συνεπειών από την περαιτέρω επιδείνωση της κατάστασης της βιοποικιλότητας και των οικοτόπων.
Παρ’ όλα αυτά, είδη πουλιών συνεχίζουν να χάνονται με ταχείς ρυθμούς και σε ευρεία κλίμακα. Σε κίνδυνο βρίσκονται ιδιαίτερα τα αρπακτικά και τα θαλασσοπούλια εξαιτίας μιας πλειάδας παραγόντων –ανάμεσά τους για τα πρώτα η παράνομη χρήση δηλητηριασμένων δολωμάτων και η ανάπτυξη βιομηχανικού τύπου ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, όπως οι ανεμογεννήτριες, και η παρεμπίπτουσα παγίδευση σε αλιευτικά εργαλεία για τα δεύτερα.