Πηγή: Dasarxeio
Η Γερμανική Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Διατήρησης της Φύσης (Bundesamt für Naturschutz, BfN) έδωσε στη δημοσιότητα τα επίσημα στοιχεία απογραφής του πληθυσμού λύκων για το έτος παρακολούθησης 2019/2020. Όπως αναφέρει η σχετική έκθεση, στη Γερμανία ζουν 128 αγέλες λύκων, 35 ζευγάρια και 10 μεμονωμένα ζώα. Κατά το 2019/2020 ο ελάχιστος επιβεβαιωμένος αριθμός ενήλικων λύκων σε εθνικό επίπεδο κυμαίνεται μεταξύ 352 και 378. Κατά το προηγούμενο έτος παρακολούθησης (2018/2019) είχαν καταγραφεί 105 αγέλες, 41 ζευγάρια και 12 μεμονωμένοι λύκοι ενώ ο επιβεβαιωμένος αριθμός ενήλικων λύκων είχε εκτιμηθεί μεταξύ 275 και 301 ατόμων. Οι περισσότερες αγέλες λύκων ζουν στο κρατίδιο του Βραδεμβούργου (47) και ακολουθούν τα κρατίδια της Σαξονίας (28) και της Κάτω Σαξονίας (23). Ο αριθμός των καταγεγραμμένων νεκρών λύκων είναι διπλάσιος σε σύγκριση με το έτος παρακολούθησης 2017/18.
Ενώ υπήρχαν 61 νεκρά ζώα στην απογραφή του 2017/2018, αυξήθηκαν στα 100 άτομα κατά το έτος παρακολούθησης 2018/2019 και η τελευταία απογραφή κατέγραψε 126 νεκρά ζώα το 2019/2020. Μετά από τα τροχαία ατυχήματα, η παράνομη θανάτωση είναι η δεύτερη κύρια αιτία θανάτου. Από το σύνολο των 126 νεκρών λύκων, έντεκα θανατώθηκαν με παράνομο τρόπο, εννέα πέθαναν από φυσικές αιτίες και 98 λύκοι σκοτώθηκαν από ατυχήματα στο οδικό δίκτυο. Η αιτία θανάτου επτά λύκων είναι ασαφής και ένας λύκος σκοτώθηκε ως μέρος των μέτρων διαχείρισης. Σχεδόν οι μισοί από τους 98 λύκους που σκοτώθηκαν στο οδικό δίκτυο ήταν κουτάβια, δηλαδή στον πρώτο χρόνο της ζωής τους.
Από τους λύκους που βρέθηκαν νεκροί στη Γερμανία από το 2000 έως σήμερα (συνολικά 511 άτομα στις 30/10/20), στα 41 ζώα ο θάνατος οφείλεται σε φυσικά αίτια, σε 50 σε παράνομη θανάτωση και 387 άτομα σκοτώθηκαν από τροχαία ατυχήματα. Σχεδόν όλοι οι νεκροί λύκοι στη Γερμανία εξετάζονται στο Ινστιτούτο Leibniz του Βερολίνου και πραγματοποιείται υγειονομικός έλεγχος. Τα νεκρά ευρήματα χρησιμοποιούνται επίσης για την καταγραφή του πληθυσμού ως μέρος της παρακολούθησης των λύκων. «Ο λύκος είναι και θα παραμείνει αυστηρά προστατευόμενο είδος. Η παράνομη καταδίωξη και θανάτωση λύκων αποτελεί ποινικό αδίκημα », δήλωσε ο Πρόεδρος του BfN.
Η παρακολούθηση και καταγραφή των λύκων στη Γερμανία πραγματοποιείται με πολύ συστηματικό τρόπο. Σχεδόν κανένα άλλο άγριο ζώο δεν καταγράφεται με τόση ακρίβεια. Οπτικές παρατηρήσεις λύκων, δείγματα περιττωμάτων, φωτογραφίες από φωτογραφικές παγίδες ή νεκρά ευρήματα, κ.λπ., αξιοποιούνται για την εκτίμηση του πληθυσμού. Τα επίσημα στοιχεία, τα οποία δημοσιεύει η BfN κάθε φθινόπωρο μετά από κατάλληλη επεξεργασία, συλλέγονται από τις αρμόδιες υπηρεσίες των ομόσπονδων κρατιδίων σύμφωνα με κοινή μεθοδολογία και πρότυπα για κάθε έτος παρακολούθησης. Το έτος παρακολούθησης εκτείνεται από την 1η Μαΐου έως τις 30 Απριλίου του επόμενου έτους και συμπίπτει με ένα βιολογικό “έτος λύκου”, από τη γέννηση του κουταβιού έως το τέλος του πρώτου έτους της ζωής.
Την άνοιξη του 2000, κοντά στα σύνορα με τη Πολωνία, γεννήθηκαν για πρώτη φορά άγριοι λύκοι μετά τη εξαφάνιση του είδους από τη Γερμανία, πριν από έναν αιώνα. Οι γονείς τους είχαν μεταναστεύσει από τα γειτονικά εδάφη της Πολωνίας. Πολύ σύντομα, οι αρμόδιες αρχές έθεσαν ως στόχο την ελαχιστοποίηση των αρνητικών επιπτώσεων που θα προέκυπταν ως αποτέλεσμα της επιστροφής του λύκου στη Γερμανία, επιδιώκοντας μια συνύπαρξη χωρίς συγκρούσεις μεταξύ λύκων και ανθρώπων. Κομβικό ρόλο για την σωστή διαχείριση του είδους διαδραματίζει το Ομοσπονδιακό Κέντρο Τεκμηρίωσης και Συμβουλευτικής για τους λύκους (DBBW) που δημιούργησε η κυβέρνηση της χώρας μετά από τα αιτήματα που δέχθηκε από τα ομοσπονδιακά κρατίδια.
Η λειτουργία του DBBW υποστηρίζεται οικονομικά από το Υπουργείο Περιβάλλοντος και τεχνικά από την Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Διατήρησης της Φύσης. Επίσης, υποστηρίζεται από επιστημονικούς φορείς, ινστιτούτα και ερευνητικά ιδρύματα. Το DBBW συντονίζει και συμβουλεύει τις αρμόδιες αρχές των κρατιδίων για όλα τα θέματα που αφορούν τους λύκους και παρέχει πληροφορίες στο ευρύ κοινό.