Κείμενο: Γιώργος Λούκας
Πηγή: Terra Pindus
Αυτό που οι περισσότεροι γνωρίζουν για την υπερκινητικότητα είναι ότι αποτελεί μια σοβαρή διαταραχή της ψυχολογικής ανάπτυξης που εκδηλώνεται με απρόσεκτη, παρορμητική και διαταρακτική συμπεριφορά. Η έναρξη της διαταραχής τοποθετείται στην ηλικία των 3-5 ετών. Η υπερβολική κινητικότητα είναι περισσότερο εμφανής σε δομημένες και οργανωμένες καταστάσεις που απαιτούν υψηλό βαθμό αυτοελέγχου. Όσον αφορά την επίσημη διάγνωση δε, το παιδί θα πρέπει να έχει συμπληρώσει τα 7,5 του χρόνια και η συμπεριφορά του να παρατηρείται σε περισσότερα από δύο περιβαλλοντικά πλαίσια.
Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή όμως, και όταν λέμε αρχή ας μεταφερθούμε στις απαρχές του εξελικτικού παρελθόντος μας. Η διάνυση μεγάλων αποστάσεων αποτελεί βασική ανάγκη και προϋπόθεση επιβίωσης για ένα κυνηγό-τροφοσυλλέκτη. Αν και η ταχύτητα μας δεν είναι συγκλονιστική, ωστόσο φαίνεται πως οι πρόγονοι μας είχαν εξαιρετικές επιδόσεις ως δρομείς μεσαίων αποστάσεων με μέτρια ταχύτητα υπό υψηλή θερμοκρασία.
Πριν 2 εκατομμύρια χρόνια τα πιο φονικά όπλα που διαθέταμε ήταν οι πέτρες και ίσως τα ξύλινα ρόπαλα. Με αυτά θα έπρεπε να αμυνθούμε στα πανίσχυρα σαρκοβόρα καθώς και να κυνηγάμε. Μια σημαντική λύση στο πρόβλημα του ανταγωνισμού (εκτός από το ότι ο άνθρωπος μπορεί και συνεργάζεται φυσικά) προσφέρει η αντοχή στο τρέξιμο μέσω της γνωστής μεθόδου του επίμονου κυνηγιού. Έτσι, οι άνθρωποι ανάγκαζαν τα μεγάλα θηλαστικά να καλπάσουν για να ξεφύγουν, όμως τα ζώα δεν μπορούν να καλπάζουν και να λαχανιάζουν (κάτι το όποιο τα δροσίζει) ταυτόχρονα, σε αντίθεση με τους ανθρώπους που όταν τρέχουν, δροσίζονται με την εφίδρωση. Γι’ αυτό το λόγο το κυνήγι ξεκινούσε μέσα στο καταμεσήμερο, ώστε ύστερα από πολλούς κύκλους εντοπισμού-καταδίωξης με το ζώο να προσπαθεί να βρει ένα σκιερό μέρος να κρυφτεί και να δροσιστεί μέσω του λαχανιάσματος και τους ανθρώπους να καταδιώκουν με έναν συνδυασμό περπατήματος και τρεξίματος. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα η σωματική θερμοκρασία του ζώου να ανέρχεται σε θανατηφόρα επίπεδα και εκείνο να καταρρέει λόγω καρδιακής ανακοπής.
Τα ίχνη της κληρονομιάς αυτής διατηρούνται στο ανθρώπινο σώμα μέσω πολλών προσαρμογών. Μια από αυτές είναι η μοναδική ικανότητά μας που αναφέραμε, να μειώνουμε τη θερμοκρασία του σώματός μας με την εφίδρωση (αντί με το λαχάνιασμα), χάρις στα εκατομμύρια ιδρωτοποιών αδένων και την απουσία τριχώματος (εντάξει, όχι για όλους αυτό το τελευταίο). Τα τελευταία μόλις εκατό χρόνια η τεχνολογία έχει προοδεύσει σε τέτοιο βαθμό όμως (ευτυχώς) που δεν χρειάζεται να κινητοποιούμε τόσο το σώμα μας για να εκπληρώνουμε τις βασικές ανάγκες μας. Η τροφή πλέον λόγω των πολλών fast-food μας κυνηγάει, δεν την κυνηγάμε. Τα 15 χιλιόμετρα ημερησίως που διένυαν οι πρώτοι άνθρωποι, σήμερα αποτελούν μονάχα στόχο στο πρόγραμμα ενός μαραθωνοδρόμου και τα παιδιά μας εκπαιδεύονται από πολύ μικρή ηλικία να στέκονται για ώρες μέσα σε τέσσερις τοίχους μαθαίνοντας, χωρίς να χρησιμοποιούν το σώμα τους.
Τι συμβαίνει όμως στη συμπεριφορά των ζώων που ζουν σε εγκλεισμό και σε αυτά που ζουν στο φυσικό τους περιβάλλον; Παρατηρήσεις ηθολόγων δείχνουν πως τα ανώτερα θηλαστικά μέσα στη ζούγκλα δείχνουν ελάχιστη επιθετικότητα, ενώ τα ίδια μέσα στο ζωολογικό κήπο μπορούν να δείξουν υπερβολικό βαθμό καταστροφικότητας. Αυτή η διάκριση έχει θεμελιακή σημασία για την κατανόηση της ανθρώπινης επιθετικότητας γιατί ο άνθρωπος σ’ ολόκληρη την ιστορία του σπάνια έχει ζήσει μέσα στο «φυσικό του περιβάλλον» με εξαίρεση τους πρώτους κυνηγούς-τροφοσυλλέκτες. Ο πολιτισμένος άνθρωπος έχει ζήσει όλα τα χρόνια μέσα στο ζωολογικό του κήπο σε διάφορους βαθμούς εγκλεισμού και ανελευθερίας. Η τεχνολογία και ο πολιτισμός μπορούν να μας απελευθερώσουν, όχι σκοτώνοντας ολοκληρωτικά το ζώο που έχουμε μέσα μας, αλλά συμφιλιώνοντάς το με ανώτερα ιδανικά αυτοπραγμάτωσης και κατανόησης.
Επομένως πριν βγάζουμε συμπεράσματα, ας σκεφτούμε, μέχρι που φτάνει η υπερκινητικότητα και μέχρι που η πολιτισμική προσαρμογή που θέτει τα μέτρα.
Πήγες:
- C.J. Herricc (1928)
- Fromm( 1973), H ανατομία της ανθρώπινης καταστροφικότητας
- Ο Connell, J.F. (1988) Implications for Plio-Pleistocene hominid subsistence
- Carrier, D.R. (1984) The energetic paradox of human running and hominid evolution
- Bramble and Jenkins(1993), Mammalian locomotor-respiratory integration